Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΖΗΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΝΑ ΑΠΟΔΕΧΘΟΥΝ ΤΙΣ ΥΨΗΛΕΣ ΑΠΩΛΕΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΙΚΑ ΟΜΟΛΟΓΑ - ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑΤΑ
«ΚΛΗΡΩΝΕΙ» αυτή την εβδομάδα για το πρόγραμμα συμμετοχής των τραπεζών στο σχέδιο μείωσης του δημόσιου χρέους της χώρας (γνωστό πλέον ως PSI), αλλα και τις απώλειες που θα πρέπει να γράψουν στα βιβλία του.
Οι εκπρόσωποι των τραπεζών και του ελληνικού Δημοσίου πρόκειται να συναντηθούν και πάλι, αυτή τη φορά στην Αθήνα, σε μία ύστατη προσπάθεια να γεφυρωθεί η απόσταση που χωρίζει τις δύο πλευρές το αργότερο μέχρι το τέλος του μήνα.
Το ελληνικό Δημόσιο με τη στήριξη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου εμφανίζεται αμετακίνητο από τη θέση του, προτείνοντας στις τράπεζες να αποδεχθούν απώλειες που θα φθάσουν το 70% με 75% της παρούσας αξίας των τίτλων. Οι τράπεζες, από την άλλη πλευρά, με την περιορισμένη διαπραγματευτική δύναμη που διαθέτουν εξαιτίας της εξάρτησής τους από τη ρευστότητα που τους προσφέρει η Τράπεζα της Ελλάδος, έχουν αντιπροτείνει ένα εναλλακτικό σχέδιο, το οποίο περιορίζει τη ζημιά που θα υποστούν.
Το Δημόσιο, για να επιβάλει τη δική του θέση, έχει χρησιμοποιήσει το ισχυρό χαρτί των όρων που έχει θέσει η Συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου. Σύμφωνα με αυτούς, η «εξαιρετική παραχώρηση» που γίνεται για την περίπτωση της Ελλάδας αποσκοπεί στη μείωση του δημόσιου χρέους στο 120% του ΑΕΠ το 2020. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, όπως εξηγήθηκε στους τραπεζίτες στη διάρκεια των προγενέστερων διαπραγματεύσεων, το Δημόσιο δεν πρέπει να καταβάλλει για τα νέα ομόλογα που θα λάβουν οι τράπεζες επιτόκιο μεγαλύτερο του 4,5%. Από την άλλη πλευρά, οι τραπεζίτες, για να περιορίσουν τη «χασούρα» τους αντιπροτείνουν το επιτόκιο των νέων ομολόγων που θα λάβουν να κυμαίνεται στο 7% με 8%.
Εκ πρώτης όψεως, οι διαπραγματεύσεις φαίνεται να έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο, καθώς τις δύο προτάσεις τις χωρίζει «άβυσσος». Επιπλέον, σύμφωνα με υπολογισμούς του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το σχέδιο των τραπεζιτών θα επιβαρύνει τους προϋπολογισμούς των επομένων ετών με πρόσθετους τόκους 2 δισ. ευρώ. Ομως, παρά ταύτα, στο κυβερνητικό στρατόπεδο επικρατεί αισιοδοξία για την αίσια έκβαση του PSI, γεγονός που αποτυπώθηκε και στις δηλώσεις του πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου από τις Βρυξέλλες. Κατά συνέπεια, είτε η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να κάνει κάποιες παραχωρήσεις ή γνωρίζει κάποιο μυστικό που όλοι οι άλλοι αγνοούν.
Μετά τη δραματική επιδείνωση της κατάστασης αλλά και το μακρύ τούνελ στο οποίο έχει εισέλθει η ελληνική οικονομία -ο πρωθυπουργός εκτίμησε μετά τη σύνοδο κορυφής ότι η σταθεροποίηση θα επέλθει το 2013, ενώ δεν προσδιορίσε το χρόνο ανάκαμψης- το «μυστικό της Κυβέρνησης» δεν είναι δύσκολο να αναζητηθεί. Σε αυτές τις συνθήκες, η εξάρτηση των τραπεζών από την κρατική βοήθεια είτε με τη μορφή ρευστότητας είτε για την ενίσχυση των κεφαλαίων, είναι καθοριστική για την επιβίωσή τους. Με δεδομένο ότι Ελλάδα δεν θα βγει στις αγορές για τα επόμενα δύο χρόνια, το τραπεζικό σύστημα θα παραμείνει εγκλωβισμένο στα στενά εθνικά όρια, τα οποία όμως στην ουσία δεν του επιτρέπουν να λειτουργήσει ως χρηματοδοτικός μοχλός.
Ετσι, προκειμένου να καλύψουν τη διαρκώς διευρυνόμενη τρύπα που προκαλεί η εκροή των καταθέσεων, οι οποίες έχουν μειωθεί όλο το διάστημα της κρίσης κατά περίπου 50 δισ. ευρώ, οι τράπεζες αναγκαστικά θα μείνουν αγκιστρωμένες στη ρευστότητα που προσφέρει η ΕΚΤ ή Τράπεζα της Ελλάδος. Μάλιστα, μετά την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, τον ρόλο της ΕΚΤ έχει υποκαταστήσει η ΤτΕ, η οποία, μέσω του Μηχανισμού Εκτακτης Βοήθειας, έχει προσφέρει στις ελληνικές τράπεζες περίπου 36 δισ. ευρώ, ενώ το χρέος τους στην ΕΚΤ έχει περιοριστεί στα 74 δισ. ευρώ.
Με κρατικές πλάτες
Εκτός από το έλλειμμα στη ρευστότητα, οι τράπεζες είναι αναγκασμένες να προσφύγουν σε κρατικό χρήμα προκειμένου να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους βάση. Το αργότερο μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου η Black Rock πρέπει να έχει παραδόσει στην ΤτΕ το πόρισμά της από τον διαγνωστικό έλεγχο που πραγματοποιήσε στα δάνεια τα οποία έχουν χορηγήσει οι ελληνικές τράπεζες. Από τον έλεγχο αυτό είναι βέβαιο ότι θα προκύψουν ανάγκες για διαγραφές δανείων, τα οποία δεν πρόκειται να εισπραχθούν. Συνακόλουθα οι τράπεζες πρέπει να αναζητήσουν πρόσθετα κεφάλαια για να καλύψουν τη ζημιά από το κούρεμα των ομολόγων αλλά και των... δανείων.
Τα κεφάλαια αυτά δεν μπορεί να αντληθούν από την αγορά η οποία βρίσκεται σε ημιθανή κατάσταση, αλλά θα τα προσφέρει το Δημόσιο από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Ο υπουργός Οικονομικών Ευάγγ. Βενιζέλος, μιλώντας στη Βουλή ανέβασε τον πήχη των κεφαλαιακών αναγκών για τις τράπεζες στα 40 δισ. ευρώ. Ωστόσο, μόλις προχθές η αρμόδια Αρχή (ΕΒΑ) της Ε.Ε που διενήργησε σε πανευρωπαϊκή κλίμακα τον νέο γύρο stress tests απεφάνθη ότι τα 30 δισ. ευρώ με τα οποία θα προικοδοτηθεί το εν λόγω ταμείο είναι επαρκή για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Οι δύο κυπριακές τράπεζες (Κύπρου και Marfin) θα χρειαστούν, σύμφωνα με την ΕΒΑ, πρόσθετα κεφάλαια 3,5 δισ. ευρώ. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες στο σύνολό τους (πλην των ελληνικών) σύμφωνα με την ΕΒΑ θα χρειαστούν μία κεφαλαιακή «ένεση» ύψους των 114,7 δισ. ευρώ προκειμένου να καλύψουν τις απώλειες από την κρίση χρέους που πλήττει την Ευρώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου